Με βάση τον εκλογικό νόμο της 9ης Νοεμβρίου 1822 και τη διακήρυξη του Εκτελεστικού Σώματος της ίδιας ημέρας, προκηρύχθηκαν εκλογές για το Β΄ Βουλευτικό, ωστόσο η Διοίκηση τελικά προχώρησε στη σύγκληση της Β΄ Εθνοσυνέλευσης στις 29 Μαρτίου 1823.
Για την εκλογική διαδικασία στα νησιά που κατόπιν αποτέλεσαν την επαρχία Πάρου και Αντιπάρου δεν εντοπίστηκαν πληροφορίες. Από τα πρακτικά της εθνοσυνέλευσης επιβεβαιώνεται η συμμετοχή στις συνεδριάσεις του Ζέπου Κυπριανού από την Πάρο.
Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της, συγκροτήθηκε σε σώμα το Β΄ Βουλευτικό, το οποίο αποφάσισε, στο πλαίσιο της αναδιάταξης του επαρχιακού χάρτη της επικράτειας, τη δημιουργία επαρχίας αποτελούμενης από τα νησιά Πάρο και Αντίπαρο. Η νέα επαρχία εξέλεξε τον παραστάτη της για το Β΄ Βουλευτικό με μεγάλη καθυστέρηση και μάλιστα ανήκε στις επαρχίες εκείνες τις οποίες το Υπουργείο Εσωτερικών χρειάστηκε να διατάξει με έγγραφό του στις 9 Ιουνίου 1823 να επισπεύσουν την εκλογή και την αποστολή του αντιπροσώπου τους. Η διαταγή δεν εκτελέστηκε και στις 4 Σεπτεμβρίου 1823 το Βουλευτικό Σώμα κάλεσε επίσης τον έπαρχο και τους επιστάτες της επαρχίας Πάρου και Αντιπάρου να ενεργήσουν άμεσα τη διεξαγωγή της εκλογής και την αποστολή του παραστάτη. Στις 24 Ιουλίου 1823 ο έπαρχος Πάρου και Αντιπάρου Παναγιώτης Βαφιόπουλος εξήγησε σε αναφορά του προς το Υπουργείο Εσωτερικών τις αιτίες της καθυστέρησης, παρά τις προσπάθειες του ίδιου να συγκροτήσει τοπική συνέλευση για την εκλογή: η πρωτεύουσα της επαρχίας, Παροικιά, δεν είχε μέχρι πρόσφατα επικοινωνία με τα υπόλοιπα μέρη της επαρχίας λόγω πανώλης, ενώ και οι κάτοικοι ήταν απρόθυμοι να συμμετάσχουν σε λαϊκές συνελεύσεις για την ανάδειξη των εκλεκτόρων εξαιτίας των φημών περί της ύπαρξης διάστασης ανάμεσα στην Πελοπόννησο και τις ναυτικές νήσους.
Η εκλογή τελικά πραγματοποιήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 1823 στην Παροικιά, με τη συμμετοχή 13 εκλεκτόρων (δώδεκα από την Πάρο και ενός από την Αντίπαρο), και είχε ως αποτέλεσμα την ανάδειξη του Μάρκου Μαυρογένη Μάτσα στη θέση του παραστάτη της επαρχίας. Στο παραστατικό έγγραφο της εκλογής του η επαρχιακή συνέλευση κατέγραψε την εκλογή ως ομόφωνη. Σε δύο αναφορές του με τις οποίες ανήγγειλε το αποτέλεσμα της εκλογής στην κεντρική διοίκηση και το Υπουργείο Εσωτερικών (3 Νοεμβρίου 1823), ο έπαρχος σχολίασε ότι το ομόφωνο αποτέλεσμα της εκλογής, σε συνδυασμό με την έλλειψη φιλονικιών τόσο ανάμεσα στους εκλέκτορες όσο και ανάμεσα στους πολίτες, έδειχνε την καθολική αποδοχή που απολάμβανε ο Μ. Μαυρογένης Μάτσας, τον οποίο σέβονταν και αγαπούσαν «ου μόνον οι πρόκριτοι, αλλά και όλος ο κοινός λαός».
Ωστόσο ο νέος παραστάτης καθυστέρησε να παρουσιαστεί ενώπιον του Βουλευτικού για την ανάληψη των καθηκόντων του, με αποτέλεσμα η επαρχία να περιληφθεί σε άλλες δύο διαταγές που αναγκάστηκε να απευθύνει το σώμα, στις 11 και 15 Οκτωβρίου 1823, σε όσες επαρχίες δεν είχαν ακόμα ολοκληρώσει τη διαδικασία της εκλογής προκειμένου να επισπεύσουν την ανάδειξη παραστατών τους. Το παραστατικό έγγραφο της εκλογής του τελικά αναγνώστηκε στη συνεδρίαση του Βουλευτικού της 4ης Δεκεμβρίου 1823 ενώπιον της ολομέλειας, η οποία επικύρωσε το αποτέλεσμα της εκλογής και έκανε δεκτό τον Μάρκο Μαυρογένη Μάτσα ως νόμιμο παραστάτη της επαρχίας Πάρου και Αντιπάρου.