Εις το Ναύπλιον συνεκάλει και η Κυβέρνησις ήδη τους παραστάτας του έθνους να συγκροτήσωσι το Βουλευτικόν Σώμα, διότι την 18 Ιανουαρίου είχεν εκδώσει ψήφισμα διαλαμβάνον ότι το Ναύπλιον διορίζεται καθέδρα της Κυβερνήσεως. Προηγηθέντα δε τα ολίγα άτομα, τα οποία ελέγοντο Κυβέρνησις, ομού με τους πληρεξουσίους των νήσων του Αιγαίου, οίτινες είχον απέλθει εις Ερμιόνην και φθάσαντα εις τον λιμένα του Ναυπλίου, ήθελον να εξέλθωσιν εις την πόλιν ως Κυβέρνησις.
Αλλ’ ο φρούραρχος δεν ηθέλησε να τα δεχθή ως Κυβέρνησιν, διότι αυτά δεν απετέλουν ούτε το Νομοτελεστικόν, εν ω δεν υπήρχε ούτε πρόεδρος, ούτ’ αντιπρόεδρος, ούτ’ άλλο μέλος του σώματος, ει μή ο Ιω(άννης) Ορλάνδος, όστις είχε διορισθή από τον εν Ερμίονη βουλευτήν, ως αντιπρόεδρον της επιτροπής Β(ασίλειον) Μπουδούρην, μετά τον θάνατον του Κανακάρη, παρανόμως, αντιπρόεδρος, ούτε το Βουλευτικόν, ενώ δεν υπήρχεν ουδ’ ο πρόεδρος, ούδ’ ο αντιπρόεδρος αυτού και ίσως ούδ’ όλα τα μέλη της βουλευτικής επιτροπής. Και προς τούτοις, διότι είχεν ήδη τελειώσει η ενιαύσιος διάρκεια της Κυβερνήσεως και οι Έλληνες, μ’ όλον ότι αυτά τα ολίγα άτομα δις είχον ψηφίσει παρατείνοντα την διάρκειάν της, την εθεώρουν και διά τούτο ως μη υπάρχουσαν και ήρχον αυτοί εαυτών, οδηγούμενοι από την μορφωθείσαν υπό του Ευαγγελίου συνείδησίν των τας πράξεις των.
Επομένως τα αυτά άτομα μετέβησαν εις Άστρος, όπου απεφάσισαν και ενήργησαν ομού με τους ολιγαρχικούς να συγκροτηθή συνέλευσις, διότι τέλος πάντων, αφ’ ου η Κυβέρνησις δεν εθεωρείτο πλέον ως Κυβέρνησις, ήτον ανάγκη να συγκροτηθή εθνική συνέλευσις, διά να συστήση και την Κυβέρνησιν· αλλά μετεχειρίζοντο και όλους τους τρόπους, διά να κυριεύσωσι συγκροτηθείσαν την συνέλευσιν και να την διευθύνωσι κατά τον σκοπόν των.