Με βάση τον εκλογικό νόμο της 9ης Νοεμβρίου 1822 και τη διακήρυξη του Εκτελεστικού Σώματος της ίδιας ημέρας, προκηρύχθηκαν εκλογές για το Β΄ Βουλευτικό, ωστόσο η Διοίκηση τελικά προχώρησε στη σύγκληση της Β΄ Εθνοσυνέλευσης στις 29 Μαρτίου 1823.
Για την εκλογική διαδικασία στην επαρχία Νησίου δεν εντοπίστηκαν πληροφορίες. Από τα πρακτικά της εθνοσυνέλευσης επιβεβαιώνεται η συμμετοχή των Γεωργίου Δαρειώτη και Δημητρίου Καλαμαριώτη στις συνεδριάσεις.
Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της, συγκροτήθηκε σε σώμα το Β΄ Βουλευτικό. Η εκλογή του παραστάτη της επαρχίας υπήρξε αμφισβητούμενη, καθώς τη θέση διεκδίκησαν και οι δύο πληρεξούσιοι. Σύμφωνα με δύο μεταγενέστερες αναφορές των υποστηρικτών του Γεωργίου Δαρειώτη (12 και 15 Ιουλίου 1823), στις 21 Ιανουαρίου 1823 πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση των κατοίκων της επαρχίας, από την οποία αναδείχθηκαν 7 εκλέκτορες, οι οποίοι στη συνέχεια, στις 25 του ίδιου μήνα, ψήφισαν ως παραστάτη τον Γ. Δαρειώτη, με την έγγραφη συναίνεση και του Δ. Καλαμαριώτη. Οι πληροφορίες αυτές σχετικά με τον χρόνο διεξαγωγής της εκλογής δείχνουν ότι αυτή πρέπει να είχε γίνει ταυτόχρονα με την ανάδειξη των πληρεξουσίων για την εθνοσυνέλευση. Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι παραστατικό έγγραφο στο όνομά του παρουσίασε, μετά την έναρξη των εργασιών της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης, και ο Δημήτριος Καλαμαριώτης, χωρίς να γνωρίζουμε αν πρόεκυψε από την ίδια επαρχιακή συνέλευση ή όχι.
Κατά την πρώτη συνεδρίαση του Βουλευτικού Σώματος, στις 26 Απριλίου 1823, η εκλογή παραπέμφθηκε από την ολομέλεια προς εξέταση, μαζί με άλλες διαφιλονικούμενες εκλογές, σε ειδική επιτροπή ελέγχου των παραστατικών εγγράφων. Την 1η Μαΐου 1823 η επιτροπή, κρίνοντας ότι ήταν αδύνατο να εξακριβώσει με άλλο τρόπο την αλήθεια, αποφάσισε να ερωτηθούν οι κάτοικοι της επαρχίας από την κεντρική διοίκηση ποιον από τους δύο υποψηφίους προτιμούσαν για παραστάτη. Η εισήγησή της γνωστοποιήθηκε την ίδια μέρα στην ολομέλεια. Στις 4 Μαΐου το σώμα αποφάσισε, επειδή οι Γ. Δαρειώτης και Δ. Καλαμαριώτης ήταν «εξ ίσου δεκτοί σχεδόν» σύμφωνα με την απόφαση της επιτροπής, να προτείνει στο Εκτελεστικό να προσκαλέσει την περιοχή να διενεργήσει νέα «εκλογήν διά ψηφοφορίας» ανάμεσα στους δύο υποψηφίους για τη θέση του παραστάτη. Την επόμενη (5 Μαΐου) το Εκτελεστικό Σώμα εξέφρασε την απορία για την οδηγία να ερωτηθεί η επαρχία σχετικά με την προτίμησή της και ζήτησε με έγγραφό του από το Βουλευτικό να διευκρινιστεί κατά πόσον θα έπρεπε να διατάξει τη διενέργεια νέας εκλογής σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο ή όχι. Στις 7 Μαΐου το Βουλευτικό αποσαφήνισε με νέο έγγραφό του ότι στην περιοχή θα έπρεπε να διεξαχθεί επαναληπτική ψηφοφορία μόνο ανάμεσα στους δύο πρώην πληρεξουσίους που διαφιλονικούσαν τη θέση του παραστάτη, παρουσία ενός ειδικού απεσταλμένου της κεντρικής διοίκησης. Την επόμενη ημέρα μάλιστα το Βουλευτικό επανήλθε στο ζήτημα και διόρισε ως απεσταλμένο για την επίβλεψη της επαναληπτικής εκλογής στην επαρχία Νησίου τον Πάνο Νιμνιτζιώτη, καλώντας το Εκτελεστικό να προχωρήσει στην έκδοση των αναγκαίων διαταγών.
Ωστόσο, το Υπουργείο Εσωτερικών είχε ήδη προχωρήσει στο διορισμό άλλου απεσταλμένου για να επιστατήσει στη διενέργεια της ψηφοφορίας ανάμεσα στους δύο υποψηφίους, του Γεωργίου Γεωργόπουλου, με αποτέλεσμα το Βουλευτικό να εκδώσει, στις 12 Μαΐου 1823, νέα απόφαση, με την οποία επέμεινε στην επιλογή του Π. Νιμνιτζιώτη, επειδή ήταν άνθρωπος δίχως προηγούμενη σχέση με την περιοχή. Για το διορισμό του Γ. Γεωργόπουλου εξέφρασε παράπονα και ο Δ. Καλαμαριώτης, ο οποίος θεωρούσε ότι ο εκλεκτός του υπουργείου δεν ήταν αμερόληπτος, καθόσον ήταν «άνθρωπος σχετικός εις την επαρχίαν Νησίου». Ως αποτέλεσμα των εγγράφων του Βουλευτικού, το Εκτελεστικό Σώμα διέταξε στις 15 Μαΐου το Υπουργείο Εσωτερικών να ανακαλέσει τον δικό του απεσταλμένο, ο οποίος είχε ήδη αναχωρήσει για το Νησί, και να τον αντικαταστήσει με τον Νιμνιτζιώτη.
Παρ’ όλα αυτά, στις 20 Μαΐου 1823 το Βουλευτικό αποφάσισε ομόφωνα, επειδή ο Γ. Δαρειώτης «εφάνη φατριαστής και παραβαίνων τους νόμους», να κάνει δεκτό ως παραστάτη της επαρχίας Νησίου τον Δημήτριο Καλαμαριώτη. Δεν είναι σαφές τι προκάλεσε την απόφαση αυτή, ούτε σημειώνεται στα πρακτικά του σώματος κατά πόσον αυτή ισοδυναμούσε με ανάκληση της προηγούμενης απόφασης για τη διενέργεια επαναληπτικής εκλογής ή αν ο Καλαμαριώτης αναγνωριζόταν απλώς ως προσωρινός αντιπρόσωπος της επαρχίας, μέχρι την ανάδειξη του οριστικού παραστάτη. Πάντως σε μεταγενέστερο έγγραφό του (6 Ιουλίου 1823) το Βουλευτικό ισχυρίστηκε ότι η αποδοχή του Δ. Καλαμαριώτη ως παραστάτη οφειλόταν αποκλειστικά στο γεγονός ότι ο ίδιος είχε παραμείνει στην Τριπολιτσά, ενώ ο Γ. Δαρειώτης είχε αναχωρήσει από την πόλη.
Μολαταύτα, η διαταχθείσα επαναληπτική εκλογή είχε στο μεταξύ διεξαχθεί κανονικά, υπό την επίβλεψη του Γ. Γεωργόπουλου. Σύμφωνα με την έκθεση πεπραγμένων του (19 Μαΐου 1823), αφίχθηκε στο Νησί στις 11 Μαΐου και με τη χρήση τελάληδων και κωδωνοκρουσιών συγκέντρωσε τους κατοίκους στο ναό των Αγ. Αποστόλων· παρά τις προσπάθειές του, όμως, δεν κατάφερε να διοριστούν εκλέκτορες σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο, γιατί δεν συμφωνούσαν ως προς τα πρόσωπα, ενώ όταν τους πρότεινε να αναδειχθούν με ψηφοφορία οι αντιπαραθέσεις οξύνθηκαν. Τελικά τους έπεισε να προσέλθουν ένας-ένας στον νάρθηκα της εκκλησίας και να δηλώσουν την προτίμησή τους δίχως πίεση τρίτου, ενώ ο ίδιος ορκίστηκε να καταγράφει με ακρίβεια τις ψήφους υπέρ των δύο υποψηφίων. Για την ολοκλήρωση της διαδικασίας έδωσε χρονικό περιθώριο τεσσάρων ημερών, διάστημα στο οποίο ψήφισε η πλειονότητα των κατοίκων της επαρχίας, εκτός από λίγους που «οπόκαμαν αδιαφορίαν». Σύμφωνα με τη διαλογή των ψήφων από τον Γεωργόπουλο, υπέρ του Δαρειώτη καταγράφηκαν 230 ψήφοι, σε σύνολο πληθυσμού 350 οικογενειών, ενώ τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι περισσότεροι από τους πρόκριτους και τους ευκατάστατους της επαρχίας στήριζαν τον Δαρειώτη. Μολονότι δεν έχουν σωθεί οι καταγεγραμμένες ψήφοι υπέρ του Καλαμαριώτη, σύμφωνα με την αφήγηση της αντίθετης φατρίας αυτός δεν είχε συγκεντρώσει παρά 80-90 ψήφους μόνο, αν και ο Γεωργόπουλος είχε κατά δήλωσή του επιτρέψει να ψηφίσουν υπέρ του ακόμη και περισσότερα άτομα από την ίδια οικογένεια και παιδία ηλικίας 13 ή 14 ετών.
Την 1η Ιουνίου 1823 το Υπουργείο Εσωτερικών ανήγγειλε στο Εκτελεστικό Σώμα την αποπεράτωση της εκλογής και τη μεγάλη νίκη του Γ. Δαρειώτη σε βάρος του Δ. Καλαμαριώτη και προώθησε αντίγραφα των σχετικών εγγράφων. Στις 9 Ιουνίου το Εκτελεστικό ενημέρωσε το Βουλευτικό ότι οι ψήφοι που είχαν δοθεί υπέρ του Δαρειώτη, όπως προέκυψε από την καταγραφή του απεσταλμένου, ήταν περισσότερες. Ωστόσο, παρά τα έγγραφα του Εκτελεστικού σχετικά με την υπόθεση και τις συνεχείς αναφορές του Γ. Δαρειώτη με τις οποίες ζητούσε να του ανακοινωθεί αν ήταν δεκτός ως παραστάτης ή όχι και διαμαρτυρόταν για την καθυστέρηση, το Βουλευτικό ανέβαλε κατ’ επανάληψη τη λήψη απόφασης σχετικά με την επικύρωση της επαναληπτικής εκλογής Νησίου. Τελικά, μόλις στις 6 Ιουλίου 1823 αρνήθηκε να επικυρώσει την επαναληπτική ψηφοφορία που ανέδειξε παραστάτη τον Γ. Δαρειώτη, κρίνοντας ότι αυτή υπήρξε «άτακτος και παρά νόμον». Στην απάντησή του, με ημερομηνία 13 Ιουλίου 1823, το υπουργείο εξέφρασε απορία για το γεγονός ότι το Βουλευτικό Σώμα είχε θεωρήσει παράνομη τη δεύτερη ψηφοφορία, εφόσον στα έγγραφα της εκλογής περιέχονταν πολύ περισσότερες υπογραφές υπέρ του Δαρειώτη, και μάλιστα από τους σημαντικότερους πρόκριτους. Επιπλέον, αντέτεινε ότι, ακόμη και αν υπήρχε κάποια παρανομία, αυτό δεν συνεπαγόταν ότι ήταν νόμιμος παραστάτης ο Δ. Καλαμαριώτης, υπέρ του οποίου είχαν ψηφίσει ελάχιστοι.
Εναντίον της άρνησης του Βουλευτικού να επικυρώσει την εκλογή του Γ. Δαρειώτη υποβλήθηκαν από τους οπαδούς του αναφορές στο Βουλευτικό Σώμα (12 Ιουλίου 1823) και τον Αντιπρόεδρο του Εκτελεστικού Θεόδωρο Κολοκοτρώνη (15 Ιουλίου 1823), με τις οποίες απαίτησαν να γίνει σεβαστή η βούληση του πληθυσμού της επαρχίας και η αρχή της πλειοψηφίας, όπως αυτή εκφράστηκε κατά την επαναληπτική ψηφοφορία. Ωστόσο η πλευρά του Δ. Καλαμαριώτη αμφισβήτησε ότι οι τριάντα απεσταλμένοι της επαρχίας Νησίου που παρουσιάστηκαν στην Τριπολιτσά είχαν την πληρεξουσιότητα από τον τοπικό πληθυσμό να θέσουν ζήτημα παραστάτη. Στις 16 Ιουλίου μεγάλος αριθμός κατοίκων της επαρχίας με αναφορά τους σημείωσαν ότι επρόκειτο για προφάσεις, με σκοπό να επιβληθεί το δίκαιο του ισχυρότερου, και δήλωσαν ότι χορηγούσαν στους απεσταλμένους την πληρεξουσιότητα να προβάλουν ως νόμιμο παραστάτη τους τον Δαρειώτη.
Ωστόσο, ήδη στις 13 Ιουλίου το Βουλευτικό είχε αποφασίσει ύστερα από συζήτηση να επιμείνει στη θέση ότι ο Δαρειώτης δεν είχε εκλεγεί νόμιμα. Στο σχετικό έγγραφό που απηύθυνε προς το Υπουργείο Εσωτερικών στις 20 Ιουλίου 1823 το Βουλευτικό μάλιστα αποφαινόταν ρητά ότι νόμιμα εκλεγείς παραστάτης της επαρχίας Νησίου ήταν ο Δημήτριος Καλαμαριώτης, κλείνοντας οριστικά το ζήτημα δίχως την πραγματοποίηση άλλης επαναληπτικής ψηφοφορίας.
Μολαταύτα, ο Γεώργιος Δαρειώτης δεν έπαψε να διεκδικεί τη δικαίωσή του, υποβάλλοντας και σχετική αναφορά στο Υπουργικό Συμβούλιο στις 25 Ιουλίου 1823. Φαίνεται ότι οι αξιώσεις αυτές είχαν κάποια αποδοχή σε μερίδα του πολιτικού προσωπικού, που τον θεωρούσε νόμιμο παραστάτη, γιατί τον Σεπτέμβριο του 1823 συνυπέγραψε, μαζί με αναγνωρισμένους από το σώμα παραστάτες, επιστολές από την Τριπολιτσά προς τον προσωρινό πρόεδρο του Βουλευτικού Πανούτσο Νοταρά σχετικά με τη μετάβασή τους στον τόπο των συνεδριάσεων που είχε ορίσει η πλειοψηφία και την ύπαρξη απαρτίας στο σώμα. Σε κάθε περίπτωση, ο Δημήτριος Καλαμαριώτης αντιπροσώπευσε την επαρχία Νησίου ως παραστάτης μέχρι το θάνατό του, στις 30 Ιουλίου 1824. Μετά το θάνατό του δεν εξελέγη αντικαταστάτης, με αποτέλεσμα η επαρχία να μείνει δίχως βουλευτική αντιπροσώπευση στο διάστημα που απέμεινε μέχρι τη λήξη της Β΄ Περιόδου.